- προανατάσσω
- προανατάσσωpreferpres subj act 1st sgπροανατάσσωpreferpres ind act 1st sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
προανατάσσω — Α 1. βάζω κάτι σε τάξη προηγουμένως 2. προάγω, προκρίνω 3. τοποθετώ πριν από κάτι. [ΕΤΥΜΟΛ. < προ * + ἀνατάσσω «τοποθετώ κάτι στη θέση του»] … Dictionary of Greek
προανατάξωμαι — προανατάσσω prefer aor subj mid 1st sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
προανατάσσομαι — προανατάσσω prefer pres ind mp 1st sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)